S&P: Οι προοπτικές για τις ελληνικές τράπεζες το 2025

Βελτιωμένη ανθεκτικότητα και περιθώρια για αναβαθμίσεις

capital.gr

11/22/20241 λεπτά ανάγνωσης

πηγή Άρθρου: Capital.gr

Ιδιαίτερα θετικός για τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών το 2025 δηλώνει ο οίκος αξιολόγησης S&P τονίζοντας την βελτιωμένη ανθεκτικότητα του κλάδου.

Όπως επισημαίνει, η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να εγκρίνει την επανέναρξη των πληρωμών μερισμάτων από τις ελληνικές τράπεζες και η διάθεση του ποσοστού που κατείχε το Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στον κλάδο αποδεικνύουν τον αποτελεσματικό μετασχηματισμό του ισολογισμού των τεσσάρων συστημικών τραπεζών τα τελευταία χρόνια.

Οι απλοποιημένες δομές κόστους, η εξομάλυνση του κόστους κινδύνου και η αύξηση του δανεισμού θα στηρίξουν τα αποτελέσματα των τραπεζών, καθώς το περιβάλλον των επιτοκίων γίνεται λιγότερο υποστηρικτικό και τα κέρδη εξασθενούν.

Παράλληλα, όπως αναφέρει η S&P, τα προφίλ χρηματοδότησης και ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών συνέχισαν να βελτιώνονται, παρά την αποπληρωμή των στοχευμένων πράξεων μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης από την ΕΚΤ.

Οι τρεις "οδηγοί" της αξιολόγησης

Σημειώνεται πως η S&P αξιολογεί τις Eurobank και Εθνική Τράπεζα με "BB+" και θετικές προοπτικές, την Alpha Bank με "BB+" και σταθερές προοπτικές και την Πειραιώς στο "BB" και θετικές προοπτικές.

Όσον αφορά τους παράγοντες - κλειδιά που θα καθορίσουν την αξιολόγησή τους, η S&P επισημαίνει ότι η ενεργή εκκαθάριση των ισολογισμών τελειώνει, με τα περισσότερα ζητήματα ποιότητας του ενεργητικού να παραμένουν στις μικρότερες τράπεζες. Αυτή η τάση, παράλληλα με το νέο δανεισμό σε πιο υγιείς επιχειρήσεις, την οδηγεί στο να προβλέψει ότι ο δείκτης εγχώριων μη εξυπηρετούμενων περιουσιακών στοιχείων (NPA) για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος θα μειωθεί σε περίπου 5% έως το τέλος του 2025, μέσω πωλήσεων και οργανικών ανακτήσεων.

Ωστόσο, αναμένει ότι το κόστος κινδύνου θα παραμείνει κοντά στις 80 μονάδες βάσης για τις περισσότερες τράπεζες τους επόμενους 12-18 μήνες, πολύ υψηλότερο από αυτό των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Πάντως, όπως προσθέτει η S&P, η ποιότητα του κεφαλαίου εξακολουθεί να είναι αδύναμη και οι προοπτικές βελτίωσης παραμένουν χαμηλές, περιορίζοντας τις αξιολογήσεις των τραπεζών. Σε αυτό το μέτωπο, όπως σημείωσε και σε χθεσινό του note, υπάρχει σημαντική εξέλιξη και δεν είναι άλλη από την επιτάχυνση της απόσβεσης των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων οι οποίες σήμερα αποτελούν πάνω από το 50% της ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών και αποσβένονται σε μικρά ποσά. Ειδικότερα, ο οίκος ανέφερε ότι η απόφαση για εθελοντική επιτάχυνση της απόσβεσης είναι πολύ θετική καθώς αποτελεί περαιτέρω απόδειξη ότι τα χρηματοοικονομικά προφίλ των ελληνικών τραπεζών συνεχίζουν να ενισχύονται και ότι οι τράπεζες σημειώνουν περαιτέρω πρόοδο στην αποκατάσταση της συνολικής φερεγγυότητάς τους. Η παραγωγή οργανικού κεφαλαίου βελτιώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια και ο οίκος πιστεύει ότι θα παραμείνει υγιής τα επόμενα τρίμηνα, υποστηρίζοντας την ικανότητα των τραπεζών να απορροφούν τα DTCs.

Παράλληλα, ο οίκος επισημαίνει ότι η ικανότητα δημιουργίας κερδών των τραπεζών έχει βελτιωθεί, αλλά τα χαμηλότερα επιτόκια της ΕΚΤ θα δοκιμάσουν την ανθεκτικότητα της κερδοφορίας. Το χαμηλότερο κόστος κινδύνου, τα ισχυρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες, η επανέναρξη της πιστωτικής ζήτησης και η βελτιωμένη λειτουργική αποτελεσματικότητα θα αντισταθμίσουν μόνο εν μέρει την απώλεια καθαρών εσόδων από τόκους από χαμηλότερα περιθώρια. Ο οίκος αναμένει ότι η απόδοση ιδίων κεφαλαίων ROTE θα μειωθεί σε μέσο όρο στο 11,0% το 2025 από 13,7% το 2023, αλλά θα παραμείνει ισχυρή.

Βασικές υποθέσεις

Στις εκτιμήσεις της για τις προοπτικές των συστημικών τραπεζών το επόμενο έτος η S&P βασίζεται στην υπόθεση ότι το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας θα αυξηθεί κατά 2,4% κατά μέσο όρο την περίοδο 2024-2027, υπεραποδίδοντας των άλλων χωρών της ΕΕ. Αυτό θα αντανακλά κυρίως τη σημαντική ανάκαμψη της επενδυτικής δραστηριότητας που οφείλεται στα έργα του NGEU, καθώς και το γεγονός ότι η οικονομία της Ελλάδας εξακολουθεί να είναι 22% μικρότερη από την κορύφωση πριν από την κρίση χρέους.

Επίσης, αναμένει ότι η ποιότητα του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών θα είναι ανθεκτική με περιορισμένες νέες εισροές μη εξυπηρετούμενων assets. Αυτό θα υποστηριχθεί από τις θετικές προοπτικές στις εγχώριες αγορές ακινήτων, τα βελτιωμένα πρότυπα αναδοχής και τις αυξημένες προοπτικές ανάκαμψης λόγω των δικαστικών μεταρρυθμίσεων της περασμένης δεκαετίας.
Τέλος, ο οίκος εκτιμά πως η συνεχιζόμενη απορρόφηση των κονδυλίων στήριξης της ΕΕ θα ενισχύσει τη ζήτηση για νέα εταιρικά δάνεια. Αναμένει αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών κατά 3%-4%.

Τα δυο κλειδιά του 2025

Στο επίκεντρο του οίκου τον επόμενο χρόνο όσον αφορά τις συστημικές τράπεζες θα είναι δύο μέτωπα.

Πρώτον, η εξέλιξη των καθαρών εσόδων από τόκους καθώς τα επιτόκια μειώνονται. Με υψηλό μερίδιο δανείων με κυμαινόμενα επιτόκια, όλες οι τράπεζες θα επικεντρωθούν στο κλείδωμα των πρόσφατων ισχυρών κερδών τους.

Δεύτερο σημείο εστίασης είναι η μελλοντική κατανομή κεφαλαίων των τραπεζών. Μετά από πάνω από μια δεκαετία, οι τράπεζες επέστρεψαν στις διανομές μερισμάτων φέτος, όπως επισημαίνει, ενώ ορισμένες έχουν επίσης πραγματοποιήσει συγχωνεύσεις και εξαγορές, όπως η Eurobank που πήρε πλειοψηφικό μερίδιο στην Ελληνική Τράπεζα.